
Αγαπητή μαμά της διπλανής πόρτας,
Σήμερα σε σκέφτηκα (και πάλι). Είπα να σου γράψω ένα γράμμα. Έτσι, για να νιώσεις λίγο καλύτερα. Ένα χέρι βοηθείας, ένα απαλό σκούντημα στον ώμο και ένα χάδι στην πλάτη. Έτσι, για να συνεχίσεις λίγο ή πολύ με ζωντάνια τη μέρα σου. Μπορείς αυτό το γράμμα να το βάλεις κάτω από το μαξιλάρι σου. Γιατί ξέρω πως είναι τα βράδια σου. Σε καταλαβαίνω και σε νιώθω.
Το να είσαι μαμά δεν είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο. Το ξέρεις, το ξέρω και το ξέρουμε όλες. Από την ημέρα της σύλληψης του παιδιού μας αλλάζουμε εντελώς. Σώμα, σκέψεις, ανάγκες, ευθύνες και γενικά ολόκληρο το «είναι» μας.
Και επειδή είμαι σίγουρη ότι θα φανεί πως υποστηρίζω μόνο ότι οι γυναίκες αλλάζουν μετά από τον ερχομό ενός παιδιού… συμφωνώ και επαυξάνω πως και ο μελλοντικός πατέρας αλλάζει.
Αλλά ξέρεις και ξέρω… ότι δεν είναι το ίδιο. Έχεις στο σώμα σου έναν «θησαυρό», ο οποίος μεγαλώνει μαζί σου. Στο σώμα σου έχεις δύο καρδιές να κτυπάνε. Νιώθεις κλωτσιές, μπουνιές· όλα αυτά τα «γλυκά» που συμβαίνουν στην κοιλιά σου. Μετά γεννάς. Αλλάζεις σώμα και πάλι, συναισθήματα. Το κορμί σου όλο πληγές. Θέλεις χρόνο ν’ αναρρώσεις. Μα εσύ σηκώνεσαι. Για να θηλάζεις, να δώσεις πιπίλα, μπιμπερό, ν’ αλλάξεις πάνες, να κάνεις μπάνια, να παίξεις μαζί του, να κάνεις χάδια, να το κοιμήσεις, να το νανουρίσεις, να του τραγουδήσεις, να κάνεις αστείες φάτσες, να χορέψεις μαζί του και σιγά-σιγά να του χαράξεις δρόμους της ζωής φωτεινούς και ξάστερους.
Μέσα σ’ όλα αυτά, για να μην τα ισοπεδώνουμε όλα, έχεις βοήθεια. Ίσως, (και γράφω ίσως γιατί δεν ζούμε όλες κάτω από τις ίδιες συνθήκες στο σπίτι μας), να έχεις τον πατέρα του παιδιού σου δίπλα σου, γιαγιάδες, παππούδες, προγιαγιάδες, οι οποίοι λίγο ή πολύ βοηθάνε.
Παρόλα αυτά, το ξέρεις και το ξέρω ότι εσύ έχεις το πιο μεγάλο «βάρος». Στο τέλος της μέρας καταλήγεις να είσαι ένα πολυμηχάνημα. Γυναίκα, μητέρα, σύζυγος, νοικοκυρά, εργαζόμενη, φίλη, «γιατρός», «ψυχολόγος», «ψυχαγωγός» και χίλια δυο άλλα.
Ακυρώνεις τα σχέδιά σου, αλλάζεις εργασία… Και αυτό γίνεται επειδή στη χώρα μας χρυσοπληρωνόμαστε με τα επιδόματα και τους μισθούς πείνας που μας δίνονται. Επειδή στη χώρα μας είναι όλα πλέον αβέβαια. Τέλος πάντων, δεν είναι της ώρας το πιο πάνω θέμα και εν πάση περιπτώσει, οι άλλοι μπορεί να μην το καταλαβαίνουν, αλλά εγώ σε καταλαβαίνω.
Ίσως μείνεις και στο σπίτι χωρίς δουλειά, παρόλο που σπούδασες αυτό που αγαπάς. Ίσως ν’ αναγκαστείς ν’ αφήσεις τα όνειρά σου πίσω, βρίσκοντας μία εργασία που δεν σε χαροποιεί, με καλύτερα ωράρια, που απλώς θα σου φέρνει χρήματα στο σπίτι για να ζήσεις εσύ και η οικογένειά σου. Μπορεί επίσης να επιλέξεις, να βρεις μια δουλειά-ανιαρή για σένα, με καλύτερες συνθήκες εργασίας, μισθό, ωράρια και να εργάζεσαι τα βράδια μέχρι τα ξημερώματα από το σπίτι «κρατώντας» αυτό που σπούδασες και λατρεύεις. Αυτό το κάνεις να νιώσεις ξανά «γεμάτη», δημιουργική και «ζωντανή». Το ξέρω και σε νιώθω.
Μέσα στον χαμό της μέρας, προσπαθείς να είσαι ήρεμη· να μη φέρνεις τα προβλήματα της δουλειάς στο σπίτι. Αλλά ούτε και τα προβλήματα που προσπαθείς να λύσεις με τον σύζυγό σου και τους δικούς σου. Βάζεις τα δυνατά σου να ισορροπήσεις τις καταστάσεις. Οικογένεια-εργασία-σπίτι.
Αλλάζεις πρόσωπο και ξεκινά το προσποιητό. Προσπαθείς να είσαι τέλεια σε όλα. Να μην πληγώσεις κανέναν. Τρέχεις να προγραμματίσεις, να φτιάξεις, να συγυρίσεις, να ρυθμίσεις καταστάσεις, υποχρεώσεις και να ρίξεις ευθύνες πάνω σου. Για να κυλάνε όλα ομαλά.
Και τότε γίνεται αυτό. Το ηφαίστειο εκρήγνυται. Σε ξέρω…
Εκεί που θες να κλάψεις να «ξεκουραστεί» η καρδιά σου από το βάρος, «κρύβεσαι» στην τουαλέτα και ακούς ξαφνικά ένα «μαμά» και το άνοιγμα της πόρτας. «Μαμά τι έχεις», σε ρωτάει ο «θησαυρός» σου. Και ξαφνικά σκουπίζεις τα δάκρυά σου και «λες, τίποτα. Κάτι μπήκε στο μάτι μου». Και αλλάζεις αμέσως «πρόσωπο», γελάς, χορεύεις μαζί του, παίζεις μαζί του και λες «κάπως καλύτερα είμαι. Αύριο είναι μια νέα μέρα».
Την επομένη, ξανασυμβαίνει αυτό: ενώ οδηγείς και είσαι στα φώτα τροχαίας, ακούς ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο και ξεσπάς σε κλάματα. Γιατί νιώθεις πίεση από παντού. Και τότε σε βλέπει ο οδηγός του διπλανού αυτοκινήτου και σταματάς το κλάμα, γιατί το ξέρω και το ξέρεις πως θα σε βγάλει τρελή. Και έτσι μέσα σ’ όλο αυτό τον χαμό των συναισθημάτων σου, προτιμάς να μην εκφράζεσαι τελικά, και να τ’ αφήνεις όλα για το μετά. Ακόμα και εσένα.
Κάπως έτσι κυλάνε όλες σου οι μέρες. Και οι νύχτες ακόμη πιο βάρβαρες. Κλείνεις τα μάτια και αντί να χαλαρώνεις, σε πιέζουν οι σκέψεις, το πρόγραμμα της αυριανής μέρας και πολλά άλλα.
Μανούλα, σε καταλαβαίνω. Μα ξέρεις κάτι; Σ’ αφήνεις. Μ’ αφήνω και γενικά αφηνόμαστε. Και ξεχνάμε το «είναι» μας. Λες να κάνουμε μία προσπάθεια να το αλλάξουμε αυτό;
Φιλικά,
Χριστίνα | Μια ονειροπόλα μαμά που θέλει κάτι να σου πει.