Η μεταθανάτια δωρεά σπέρματος πρέπει να επιτραπεί στη Βρετανία για να αντιμετωπιστεί η ζήτηση από ζευγάρια που καταφεύγουν σε θεραπείες γονιμότητας, καλούν ειδικοί του τομέα υγείας.
Η μεταθανάτια δωρεά σπέρματος είναι από τεχνικής πλευράς εφικτή και ηθικά αποδεκτή, υποστηρίζουν ειδικοί σε έκθεσή τους που δημοσιεύεται σήμερα στην ιατρική επιθεώρηση Journal of Medical Ethics.
Στην έκθεσή τους υπογραμμίζουν ότι η δωρεά με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να θεωρείται κάτι ανάλογο με τη δωρεά οργάνων και άλλων ιστών, δηλαδή ένας τρόπος ανακούφισης του πόνου τρίτων.
Ενώ η στειρότητα δεν είναι απειλητική για την ανθρώπινη ζωή, λένε ο Νέιθαν Χόντσον του πανεπιστημίου του Λέστερ της Βρετανίας και ο Τζόσουα Πάρκερ του νοσοκομείου Wythenshawe στο Μάντσεστερ, προκαλεί μεγάλο ψυχικό πόνο και μπορεί να θεωρηθεί και μια μορφή νόσου.
“Αν είναι ηθικά αποδεκτό ότι οι άνθρωποι μπορούν να δωρίσουν τους ιστούς τους για να ανακουφίσουν τον πόνο των άλλων σε μεταμοσχεύσεις που βελτιώνουν τη ζωή όταν υπάρχει νόσος…δεν βλέπουμε τον λόγο αυτό να μην επεκταθεί σε άλλες μορφές πόνου, όπως η στειρότητα, είτε είναι είτε δεν είναι νόσοι”, αναφέρουν.
Μια τέτοια κίνηση θα ήγειρε ερωτήματα για θέματα συναίνεσης της οικογένειας αναφορικά με τις μεταθανάτιες δωρεές, επισημαίνουν οι Πάρκερ και Χόντσον, και πιθανόν να προκύψουν ανησυχίες σχετικά με την ανωνυμία του δότη.
Η Βρετανία έχει ελλείψεις στη δωρεά σπέρματος, ενώ η ζήτηση είναι υψηλή και αυξανόμενη, λένε οι ειδικοί. Οι ίδιοι επικαλούνται κυβερνητικά στοιχεία που δείχνουν ότι περίπου 4.000 δείγματα εισάγονται κάθε χρόνο στη Βρετανία από τις ΗΠΑ, 3.000 από την Δανία και μεγαλύτερος αριθμός από άλλες χώρες της ΕΕ.
Το σπέρμα μπορεί να συλλεχθεί μετά θάνατον είτε μέσω ηλεκτρικής διέγερσης του προστατικού αδένα είτε με χειρουργική επέμβαση. Μπορεί να καταψυχθεί και να φυλαχθεί μέχρι να ζητηθεί.
Ο Πάρκερ και ο Χόντσον επικαλέστηκαν έρευνες που δείχνουν ότι το σπέρμα, το οποίο έχει ληφθεί από νεκρούς άνδρες, μπορεί να οδηγήσει σε υγιή εγκυμοσύνη και στη γέννηση παιδιών με φυσιολογική υγεία και ανάπτυξη ακόμη και σε περιπτώσεις όπου το σπέρμα λαμβάνεται 48 ώρες μετά τον θάνατο.
Άλλοι ειδικοί αντιτείνουν ότι οι έρευνες αυτές εγείρουν ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν.
“Απαιτείται περαιτέρω συζήτηση για την κατανόηση του αν οι άνθρωποι που χρειάζονται σπέρμα δότη θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν το σπέρμα ενός νεκρού δότη”, δήλωσε η Σάρα Νόρκρος, η διευθύντρια του Progress Educational Trust.
“Είναι επίσης κρίσιμο να αναζητηθούν οι απόψεις ανθρώπων που έχουν γεννηθεί από δότες σχετικά με το ποιές είναι, κατά την κρίση τους, οι επιπτώσεις του να μην μπορεί κάποιος να γνωρίσει τον δότη”.