Η ανδρική γονιμότητα μπορεί να μην έχει ημερομηνία λήξης, γνωρίζει όμως σημαντική μείωση με την πάροδο των ετών. Παράλληλα, τα επίπεδα τεστοστερόνης και η ποιότητα του σπέρματος «πέφτουν» όσο οι άνδρες μεγαλώνουν. Πρόσφατες έρευνες έχουν αποκαλύψει ότι αυτές οι εξελίξεις επηρεάζουν σημαντικά την υγεία των μωρών, ακόμη και αν οι μητέρες είναι πολύ νεότερες.
Ποια ηλικία θεωρείται «προχωρημένη»;
Σύμφωνα με τους γιατρούς, οι μπαμπάδες ηλικίας 35 – 45 ετών (ή και μεγαλύτεροι) θεωρείται πως βρίσκονται σε προχωρημένη πατρική ηλικία. Αν σκεφτούμε πως πρόκειται για μια εξαιρετικά συνηθισμένη ηλικία απόκτησης παιδιού για τους άνδρες, αλλά και ότι τα τελευταία 40 χρόνια ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται από μπαμπάδες άνω των 45 ετών έχει αυξηθεί κατά 10%, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντική είναι η μελέτη της επίδρασης της ηλικίας του πατέρα στην υγεία του μωρού.
Τι έχουν δείξει οι έρευνες
Φαίνεται πως εκείνοι που γίνονται μπαμπάδες σε προχωρημένη ηλικία, είναι πιο πιθανό να αποκτήσουν παιδιά με προβλήματα υγείας. Μια έρευνα ανακάλυψε ότι τα μωρά των ανδρών άνω των 45 ετών είχαν 14% περισσότερες πιθανότητες να γεννηθούν πρόωρα, με το ποσοστό να διπλασιάζεται όταν ο μπαμπάς είχε ξεπεράσει τα 50. Ακόμη, ήταν πιο πιθανό να έρθουν στον κόσμο θνησιγενή.
Άλλες έρευνες έδειξαν πως αυτά τα μωρά είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν στο μέλλον αυτισμό ή ψυχιατρικά προβλήματα, ενώ είχαν χειρότερη βαθμολόγηση Apgar, χαμηλότερο βάρος τη στιγμή της γέννησης και παρουσίαζαν συχνότερα σπασμούς ή γενετικές ανωμαλίες. Στην πορεία της ζωής τους αντιμετώπιζαν αυξημένο κίνδυνο για διάφορους τύπους παιδικού καρκίνου, αυτισμό και ψυχιατρικές ή γνωστικές διαταραχές.
Εκτός από τα μωρά όμως, σε κίνδυνο έμπαιναν και οι μητέρες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα ερευνών, όταν ο μπαμπάς ήταν πάνω από 45 ετών ήταν πιο πιθανό η μαμά να βιώσει σοβαρές επιπλοκές της κύησης, όπως ο διαβήτης, η προεκλαμψία και ο πρόωρος τοκετός.
Τα συμπεράσματα
Δυστυχώς, σε κάθε επιλογή μας υπάρχουν θετικές και αρνητικές συνέπειες. Η απόκτηση παιδιών σε προχωρημένη ηλικία από πολλές απόψεις είναι ευεργετική τόσο για τους γονείς όσο και για τα μωράκια τους. Μια «στρωμένη» καριέρα και η ωριμότητα της ηλικίας, μας εφοδιάζουν με επιπλέον υλικούς και ψυχικούς πόρους που ενισχύουν τις προσπάθειές μας για την ανατροφή των παιδιών μας.
Ωστόσο, η βιολογία μας δεν συμφωνεί πάντα με τις κοινωνικές τάσεις. Αυτό μας θυμίζει την τεράστια σημασία του προγεννητικού ελέγχου αλλά και των ιατρικών ερευνών. Οι τελευταίες, αποκαλύπτοντας τα πιθανά προβλήματα, ανοίγουν τον δρόμο και για την εύρεση κατάλληλων λύσεων. Και, ποιος ξέρει; Ίσως μια μέρα να μπορούμε να τα έχουμε όλα.